Mateus [Matitiyahu] מתיתיהו - A Besorah Segundo Mateus – 16

Daniel Alves Pena

Mateus [Matitiyahu] מתיתיהו -  A Besorah Segundo Mateus – 16

1 E, chegando-se os paruschs e os t’zeduks, para o tentarem, pediram-lhe que lhes mostrasse algum sinal do céu.
και προσελθοντες οι φαρισαιοι και σαδδουκαιοι πειραζοντες επηρωτησαν αυτον σημειον εκ του ουρανου επιδειξαι αυτοις

2 Mas ele, respondendo, disse-lhes: Quando é chegada a tarde, dizeis: Haverá bom tempo, porque o céu está rubro.
ο δε αποκριθεις ειπεν αυτοις οψιας γενομενης λεγετε ευδια πυρραζει γαρ ο ουρανος

3 E, pela manhã: Hoje haverá tempestade, porque o céu está de um vermelho sombrio. Hipócritas, sabeis discernir a face do céu, e não conheceis os sinais dos tempos?
και πρωι σημερον χειμων πυρραζει γαρ στυγναζων ο ουρανος υποκριται το μεν προσωπον του ουρανου γινωσκετε διακρινειν τα δε σημεια των καιρων ου δυνασθε

4 Uma geração má e adúltera pede um sinal, e nenhum sinal lhe será dado, senão o sinal do navy Yoh’náh. E, deixando-os, retirou-se.
γενεα πονηρα και μοιχαλις σημειον επιζητει και σημειον ου δοθησεται αυτη ει μη το σημειον ιωνα του προφητου και καταλιπων αυτους απηλθεν

5 E, passando seus talmidim para o outro lado, tinham-se esquecido de trazer pão.
και ελθοντες οι μαθηται αυτου εις το περαν επελαθοντο αρτους λαβειν

6 E Yeschua disse-lhes: Adverti, e acautelai-vos do fermento dos paruschs e t’zeduks.
ο δε ιησους ειπεν αυτοις ορατε και προσεχετε απο της ζυμης των φαρισαιων και σαδδουκαιων

7 E eles arrazoavam entre si, dizendo: É porque não trouxemos pão.
οι δε διελογιζοντο εν εαυτοις λεγοντες οτι αρτους ουκ ελαβομεν

8 E Yeschua, percebendo isso, disse: Por que arrazoais entre vós, homens de pouca Emunah, sobre o não terdes trazido pão?
γνους δε ο ιησους ειπεν αυτοις τι διαλογιζεσθε εν εαυτοις ολιγοπιστοι οτι αρτους ουκ ελαβετε

9 Não compreendeis ainda, nem vos lembrais dos cinco pães para cinco mil homens, e de quantas alcofas levantastes?
ουπω νοειτε ουδε μνημονευετε τους πεντε αρτους των πεντακισχιλιων και ποσους κοφινους ελαβετε

10 Nem dos sete pães para quatro mil, e de quantos cestos levantastes?
10 ουδε τους επτα αρτους των τετρακισχιλιων και ποσας σπυριδας ελαβετε

11 Como não compreendestes que não vos falei a respeito do pão, mas que vos guardásseis do fermento dos paruschs e t’zeduks?
11 πως ου νοειτε οτι ου περι αρτου ειπον υμιν προσεχειν απο της ζυμης των φαρισαιων και σαδδουκαιων

12 Então compreenderam que não dissera que se guardassem do fermento do pão, mas da doutrina dos paruschs.
12 τοτε συνηκαν οτι ουκ ειπεν προσεχειν απο της ζυμης του αρτου αλλ απο της διδαχης των φαρισαιων και σαδδουκαιων

13 E, chegando Yeschua às partes de Cesaréia de Filipe, interrogou os seus talmidim, dizendo: Quem dizem os homens ser o Filho do homem?
13 ελθων δε ο ιησους εις τα μερη καισαρειας της φιλιππου ηρωτα τους μαθητας αυτου λεγων τινα με λεγουσιν οι ανθρωποι ειναι τον υιον του ανθρωπου

14 E eles disseram: Uns, Yohanam o Imersor; outros, Eliyáhu; e outros, Yirmeyáhu, ou um dos navys.
14 οι δε ειπον οι μεν ιωαννην τον βαπτιστην αλλοι δε ηλιαν ετεροι δε ιερεμιαν η ενα των προφητων

15 Disse-lhes ele: E vós, quem dizeis que eu sou?
15 λεγει αυτοις υμεις δε τινα με λεγετε ειναι

16 E Shimón Kefá, respondendo, disse: Tu és o Maschiyah, o Filho do Elohím vivo.
16 αποκριθεις δε σιμων πετρος ειπεν συ ει ο χριστος ο υιος του θεου του ζωντος

17 E Yeschua, respondendo, disse-lhe: Bem-aventurado és tu, Shimón Bar’yoh’náh, porque to não revelou a carne e o sangue, mas meu Pai, que está nos céus.
17 και αποκριθεις ο ιησους ειπεν αυτω μακαριος ει σιμων βαρ ιωνα οτι σαρξ και αιμα ουκ απεκαλυψεν σοι αλλ ο πατηρ μου ο εν τοις ουρανοις

18 Pois também eu te digo que tu és Kefá, e sobre esta pedra edificarei a minha congregação, e as portas do sche’óhl não prevalecerão contra ela;
18 καγω δε σοι λεγω οτι συ ει πετρος και επι ταυτη τη πετρα οικοδομησω μου την εκκλησιαν και πυλαι αδου ου κατισχυσουσιν αυτης

19 E eu te darei as chaves do reino dos céus; e tudo o que ligares na terra será ligado nos céus, e tudo o que desligares na terra será desligado nos céus.
19 και δωσω σοι τας κλεις της βασιλειας των ουρανων και ο εαν δησης επι της γης εσται δεδεμενον εν τοις ουρανοις και ο εαν λυσης επι της γης εσται λελυμενον εν τοις ουρανοις

20 Então mandou aos seus talmidim que a ninguém dissessem que ele era Yeschua o Maschiyah.
20 τοτε διεστειλατο τοις μαθηταις αυτου ινα μηδενι ειπωσιν οτι αυτος εστιν ιησους ο χριστος

21 Desde então começou Yeschua a mostrar aos seus talmidim que convinha ir a Yerushalayim, e padecer muitas coisas dos anciãos, e dos principais dos Kohéns, e dos mestres da toráh, e ser morto, e ressuscitar ao terceiro dia.
21 απο τοτε ηρξατο ο ιησους δεικνυειν τοις μαθηταις αυτου οτι δει αυτον απελθειν εις ιεροσολυμα και πολλα παθειν απο των πρεσβυτερων και αρχιερεων και γραμματεων και αποκτανθηναι και τη τριτη ημερα εγερθηναι

22 E Kefá, tomando-o de parte, começou a repreendê-lo, dizendo: Senhor, tem compaixão de ti; de modo nenhum te acontecerá isso.
22 και προσλαβομενος αυτον ο πετρος ηρξατο επιτιμαν αυτω λεγων ιλεως σοι κυριε ου μη εσται σοι τουτο

23 Ele, porém, voltando-se, disse a Kefá: Para trás de mim, Ha’Satan, que me serves de escândalo; porque não compreendes as coisas que são de Elohím, mas só as que são dos homens.
23 ο δε στραφεις ειπεν τω πετρω υπαγε οπισω μου σατανα σκανδαλον μου ει οτι ου φρονεις τα του θεου αλλα τα των ανθρωπων

24 Então disse Yeschua aos seus talmidim: Se alguém quiser vir após mim, renuncie-se a si mesmo, tome sobre si o seu madeiro, e siga-me;
24 τοτε ο ιησους ειπεν τοις μαθηταις αυτου ει τις θελει οπισω μου ελθειν απαρνησασθω εαυτον και αρατω τον σταυρον αυτου και ακολουθειτω μοι

25 Porque aquele que quiser salvar a sua vida, perdê-la-á, e quem perder a sua vida por ahavah de mim, achá-la-á.
25 ος γαρ αν θελη την ψυχην αυτου σωσαι απολεσει αυτην ος δ αν απολεση την ψυχην αυτου ενεκεν εμου ευρησει αυτην

26 Pois que aproveita ao homem ganhar o mundo inteiro, se perder a sua néfesch? Ou que dará o homem em recompensa da sua néfesch?
26 τι γαρ ωφελειται ανθρωπος εαν τον κοσμον ολον κερδηση την δε ψυχην αυτου ζημιωθη η τι δωσει ανθρωπος ανταλλαγμα της ψυχης αυτου

27 Porque o Filho do homem virá na glória de seu Pai, com os seus melarríms; e então dará a cada um segundo as suas obras.
27 μελλει γαρ ο υιος του ανθρωπου ερχεσθαι εν τη δοξη του πατρος αυτου μετα των αγγελων αυτου και τοτε αποδωσει εκαστω κατα την πραξιν αυτου

28 Em êmeth vos digo que alguns há, dos que aqui estão, que não provarão a morte até que vejam vir o Filho do homem no seu reino.
28 αμην λεγω υμιν εισιν τινες των ωδε εστηκοτων οιτινες ου μη γευσωνται θανατου εως αν ιδωσιν τον υιον του ανθρωπου ερχομενον εν τη βασιλεια αυτου

OBSERVAÇÃO: Pesquisas, adições, comentários e ajustes feitos por Daniel Alves Pena.

”Bem que assim me parece a mim, mas pode ser que outro tenha mais entendimento do que eu”.

Compartilhe este artigo:
Dicionário de vocábulos: DÚVIDAS SOBRE PALAVRAS CLIQUE AQUI.

Postar um comentário

« Pagina Anterior Próxima Pagina » Página inicial
 
Copyright © 2014. Original Bíblico - ORBI - All Rights Reserved
Extensão do site: Restauracionismo